Αν θέλετε να μάθετε ποιες είναι οι πιο αξιόπιστες στοιχηματικες εταιριες στον κόσμο τότε μπορείτε να διαβάσετε τις πιο έγκυρες αξιολογήσεις για εταιριες στοιχηματων με πολλές πληροφορίες για υπηρεσίες και τα στοιχηματικά μπόνους εγγραφής που δίνουν. Δείτε τη σελίδα και συλλέξτε τις δυνατές γνώσεις για να επιβιώσετε στο χώρο του διαδικτυακού παιχνιδιού.














Βουλή - Αγορεύσεις / Παρεμβάσεις

6-3-2012. Αγόρευση κ. Π. Παυλόπουλου, ως εισηγητή της ΝΔ, κατά τη συζήτηση επί των άρθρων και του συνόλου του σν του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης: «Πειθαρχικό Δίκαιο Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου».
…..

ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ[1]: Κυρία Πρόεδρε, μπορώ να έχω το λόγο;

ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Ερώτηση θέλετε να κάνετε, κύριε Παυλόπουλε;

ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ: Μόνο μία ερώτηση θα κάνω στον Υφυπουργό, κυρία Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Ορίστε, έχετε το λόγο.

ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Υφυπουργέ, υπάρχει μία παρατήρηση που θέλω να κάνω, απλώς για να μη σπαταλάμε το χρόνο μας αργότερα.
Στις παραγράφους 7-13 σας είχα πει ότι σωστά λέτε πως οι αορίστου χρόνου υπάλληλοι περιλαμβάνονται στα υπηρεσιακά συμβούλια που τους αφορούν. Μόνο που ύστερα από τη νομοθετική ρύθμιση του ν. 3018 και το διάταγμα ένταξής τους σε βαθμολογική κλίμακα, πρέπει να προσδιοριστεί κατά την εκτίμησή μου -δείτε το, έχουμε καιρό μέχρι το τέλος της συζήτησης- και τι βαθμού πρέπει να είναι αυτοί οι οποίοι μετέχουν. Ορθώς προηγουμένως δεν υπήρχε κατάταξη σε βαθμό. Τώρα πρέπει να προσδιορίσουμε σε ποιο βαθμό πρέπει να είναι.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΡΟΒΛΙΑΣ (Υφυπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης): Μέχρι το τέλος της συνεδρίασης, θα το λύσουμε και αυτό το σημείο, κύριε Παυλόπουλε.
…………………

ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): … Ο εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας, κ. Προκόπης Παυλόπουλος, έχει το λόγο.

ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ[2]: Ευχαριστώ πολύ, κυρία Πρόεδρε.
Να διευκρινίσω ευθύς εξαρχής ότι ίσως να χρειασθώ ένα μικρό μέρος της δευτερολογίας μου όταν θα μιλήσουμε για τα θέματα της τροπολογίας, μετά τις διευκρινήσεις που έδωσε ο κύριος Υφυπουργός. Θέλω να τονίσω εκ προοιμίου ότι οι αλλαγές που έκανε είναι πολύ θετικές και γι’ αυτόν το λόγο κατ’ αρχάς δεν υπάρχει καμία αντίρρηση, δεδομένου ότι οι περισσότερες αντιρρήσεις είχαν εκφρασθεί για την τροπολογία. Ευχαριστώ για τη συνεργασία γενικότερα πάνω στο θέμα αυτό.

Θα μου επιτρέψετε να μπω στα άρθρα μετά τις παρατηρήσεις που κάναμε χθες πάνω στα ζητήματα αρχής.

Είπα και επαναλαμβάνω, ότι ψηφίσαμε «ναι» επί της αρχής, ψηφίζουμε «ναι» και επί των άρθρων σε ό,τι αφορά τα ζητήματα τα σχετικά με το Πειθαρχικό Δίκαιο των δημοσίων υπαλλήλων. Επαναλαμβάνω, όμως, ότι μη φανταζόμαστε, επειδή ψηφίσαμε ορισμένες διατάξεις, ότι τούτο θα λύσει το μεγάλο πρόβλημα το οποίο σχετίζεται με την καλύτερη λειτουργία των υπαλλήλων, με την καλύτερη τουλάχιστον συμπεριφορά τους απέναντι στο διοικούμενο, απέναντι στην κοινωνία γενικότερα.

Είναι σαφές ότι χρειάζεται αλλαγή νοοτροπίας, που μπορεί να προκύψει μόνο μέσα από την εξασφάλιση της αξιοκρατίας και την απάλειψη κάθε κομματικής παρέμβασης, συν το γεγονός ότι θα πρέπει να εξελιχθεί η ηλεκτρονική διακυβέρνηση, ώστε να έχουμε όσο το δυνατόν λιγότερη συμμετοχή του ανθρώπινου παράγονται στις διοικητικές ενέργειες. Μόνον έτσι μπορούμε να εξασφαλίσουμε περισσότερα θετικά αποτελέσματα. Εν πάση περιπτώσει, έστω και σε επίπεδο συμβολισμού οι ρυθμίσεις που έρχονται είναι ρυθμίσεις θετικές.

 

Επιτρέψτε μου όμως ορισμένες παρατηρήσεις επί των άρθρων, τις είχαμε κάνει στην επιτροπή, τις επαναλαμβάνω στον κύριο Υπουργό, τον κ. Σταυρόπουλο, ο οποίος προήδρευε μάλιστα της επιτροπής, η οποία συνέταξε το σχέδιο νόμου ως προς τις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα.

Πρώτα-πρώτα να έρθω στο άρθρο 104 παράγραφος 4, κύριε Υπουργέ.

Σας το είχα ξαναπεί. Λέτε εδώ ότι μετά την πάροδο έτους από τη θέση του υπαλλήλου σε αργία το Πειθαρχικό Συμβούλιο υποχρεούται να αποφαίνεται κάθε έτος αιτιολογημένα για τη συνέχιση ή μη της αργίας. Θυμάστε ότι υπήρχε ανώτατο όριο, το οποίο ήταν η διετία. Έτσι όπως είναι αυτήν τη στιγμή, η αργία μπορεί να παρατείνεται για πάρα πολλά χρόνια.

Εγώ θεωρώ ότι αυτή η αβεβαιότητα η οποία υπάρχει μέσα από την αβελτηρία των δημοσίων υπηρεσιών, δεν αποβαίνει υπέρ της διαφάνειας και υπέρ της υπηρεσίας, αντιθέτως δημιουργεί περισσότερα προβλήματα. Ίσως θα πρέπει κι εδώ να δούμε ένα ανώτατο όριο. Μπορεί να μην είναι δύο χρόνια, γιατί θεωρούνται λίγα, ας τα κάνουμε πέντε, αλλά πάντως ας μπει ένα χρονικό όριο. Δεν μπορεί να υπάρχει αυτή η εκκρεμότητα γενικότερα με ένα προσωρινό καθεστώς, όπως είναι το καθεστώς της αργίας. Ας αποφασίσει η υπηρεσία τι θα κάνει με τον υπάλληλο γενικότερα.

Το δεύτερο το οποίο θέλω να τονίσω αφορά το άρθρο 106 παράγραφος 1 και το άρθρο 107.

Εδώ, κύριε Υπουργέ, θα επανέλθω. Θα επανέλθω λέγοντας σας ότι χρειάζεται πρώτον ο ορισμός του πειθαρχικού αδικήματος και τονίζω ότι η ενδεικτική απαρίθμηση πρέπει να επανέλθει, αλλιώς θα φθάσουμε στο σημείο να ανακαλύπτουμε στην πορεία νέες πειθαρχικές συμπεριφορές και να αναγκαζόμαστε να αλλάζουμε κάθε φορά τον κώδικα στα ζητήματα αυτά και να προσθέτουμε πειθαρχικά αδικήματα. Νομίζω ότι αυτό είναι πολύ σημαντικό και πρέπει να το δούμε μέχρι το τέλος της συνεδρία-σης.

Σας έφερα το παράδειγμα, όταν κάποιος αποκτά περιουσία από μη εμφανείς και νόμιμες πηγές. Μου λέτε ότι μπορεί να προκύψει από τις υπόλοιπες διατάξεις. Ναι, αλλά για ένα τόσο σοβαρό αδίκημα, όπως είναι αυτό, το οποίο ισοδυναμεί, όπως καταλαβαίνετε, με ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, δεν θα έπρεπε να περιλαμβάνεται ρητώς, σε μία εποχή που ξέρουμε τι σημαίνει αυτό το πράγμα, ιδίως για τα θέματα δωροδοκίας των υπαλλήλων, ενεργητικής ή παθητικής;

Πέραν τούτου, σας φέρνω ένα άλλο παράδειγμα, το οποίο σχετίζεται με αυτά που λέγαμε για το νομοσχέδιο για τη δίκαιη δίκη προηγουμένως.

Έχουμε τη διάταξη εκεί, που λέει, ότι αν ο υπάλληλος δεν στείλει το φάκελο, τότε από εκεί και πέρα το Συμβούλιο της Επικρατείας, το Διοικητικό Δικαστήριο, μπορεί να συναγάγει τεκμήριο ομολογίας. Σας είχα πει ότι το τεκμήριο ομολογίας παραβιάζει την αρχή της διάκρισης των εξουσιών και το ανακριτικό σύστημα γενικότερα, το οποίο αποτελεί βασικό πυλώνα της διοικητικής δίκης. Και σας είχα τονίσει ότι θα ήταν καλύτερα να βάλουμε ένα ιδιώνυμο πειθαρχικό και ποινικό αδίκημα για το δημόσιο υπάλληλο στην περίπτωση αυτή. Πού είναι αυτό το πειθαρχικό αδίκημα; Από πού θα το συναγάγουμε μέσα από τις διατάξεις του άρθρου 107;

Θα μου πείτε ότι μπορούμε να το συναγάγουμε από τις διατάξεις του άρθρου 107, που μιλάνε για την παράλειψη του υπαλλήλου να εκτελέσει τα καθήκοντά του ή, ενδεχομένως, και για την παράβαση καθήκοντος. Εδώ, όμως, επειδή μιλάμε για μία πολύ σοβαρή παράμετρο της διοικητικής δίκης, να που έχουμε ένα σοβαρό παράδειγμα που θα έπρεπε να το προβλέπουμε ρητά. Γι’ αυτό σας είπα ότι η αποκλειστική απαρίθμηση δημιουργεί πάρα πολλά προβλήματα. Δύο ήδη αδικήματα, τα οποία σας διαβεβαιώνω μπορεί να καλύπτονται lato sensu, μέσα ακριβώς από τις διατάξεις που υπάρχουν, σίγουρα όμως ούτε η παράνομη κτίση τέτοιων περιουσιακών στοιχείων από μη εμφανείς πηγές ούτε βεβαίως το θέμα της τεράστιας ευθύνης του υπαλλήλου, αν δεν στείλει το φάκελο που μπορεί να οδηγήσει σε συναγωγή τεκμηρίου ομολογίας, δεν μπορούν αποτελεσματικά να κριθούν πειθαρχικά μέσα από τις διατάξεις αυτές που υπάρχουν σήμερα. Άρα, λοιπόν, αυτό πρέπει να το δείτε.

Επόμενη είναι η παρατήρηση η οποία αφορά το άρθρο 109.

Στο άρθρο 109, προβλέπονται δύο συγκεκριμένες πειθαρχικές ποινές. Σας είχα πει και πάλι, οι πειθαρχικές αυτές ποινές είναι περιττές.

Κοιτάξτε στο τρίτο άρθρο. Εκεί ορίζεται ότι ο υπάλληλος στον οποίο επιβλήθηκε πειθαρχική ποινή προστίμου αποδοχών τεσσάρων μηνών και άνω δεν επιτρέπεται να είναι υποψήφιος για επιλογή σε θέση προϊσταμένου οιουδήποτε επιπέδου οργανικής μονάδας. Αυτό όμως ήδη ρυθμίζεται μέσα στο τρίτο άρθρο.

Υπάρχει δηλαδή σύγκρουση του άρθρου 109, παράγραφος 1, περίπτωση δ’ και ε’ σε σχέση με το τρίτο άρθρο. Γιατί να μην κάνουμε δεκτή αυτή ακριβώς τη ρύθμιση με τη διατύπωση που σας προτείνω; Δηλαδή: «Υπάλληλος στον οποίο επιβλήθηκε ποινή ανώτερη του προστίμου αποδοχών τεσσάρων μηνών στερείται του δικαιώματος να είναι υποψήφιος σε διαδικασίες επιλογής προϊσταμένου οιουδήποτε επιπέδου οργανικής μονάδας. Αν ο τιμωρηθείς υπάλληλος ασκεί καθήκοντα ή κατέχει θέση προϊσταμένου, αυτοδικαίως στερείται της ιδιότητας αυτής και δεν μπορεί να είναι εκ νέου υποψήφιος ως τη διαγραφή της ποινής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 145 του παρόντος». Αυτό θα τα ρύθμιζε, αλλιώς θα έχουμε προβλήματα σε ό,τι αφορά την εφαρμογή της σχετικής διάταξης.

Σε ό,τι αφορά το άρθρο 112, ορθώς -το τονίζω- ρυθμίζεται το θέμα της παραγραφής για το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Το ζήτημα είναι από πότε θεωρείται ότι ο πειθαρχικός προϊστάμενος έλαβε γνώση του αδικήματος που έκανε υπάλληλος.

Θα χρειαστώ λίγο χρόνο, κύριε Πρόεδρε, γιατί είναι αρκετά τα άρθρα και πολλές οι παρατηρήσεις.

Εδώ στην περίπτωση αυτή λέμε ποιοι είναι οι πειθαρχικός προϊστάμενοι. Τους λέμε όμως γενικώς. Ο Υπουργός όταν, παραδείγματος χάριν, μάθει κάτι τέτοιο για υπάλληλο, είναι πειθαρχικός προϊστάμενος ή πρέπει να φτάσουμε στο σημείο ο κάθε φορά πειθαρχικός προϊστάμενος εκείνης της στιγμής να το ξέρει; Και αν αλλάζουν οι πειθαρχικός προϊστάμενοι; Ποια είναι η αφετηρία αυτής της παραγραφής; Είναι δυνατόν να υπάρχει αυτού του είδους η αβεβαιότητα; Ειδικά αυτό, για τις περιπτώσεις όπου ουσιαστικά παραγραφή δεν υπάρχει, πρέπει να το δούμε.

Τέλος, επανέρχομαι στα θέματα του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης. Έγινε μία βελτίωση. Θεωρώ όμως ότι αυτούσιες οι διατάξεις που υπήρχαν πρέπει να επανέλθουν και σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα να ασκεί προσφυγή ο ίδιος και σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα να κάνει ενστάσεις κατά των μονομελών και πολυμελών πειθαρχικών συμβουλίων και σε ό,τι αφορά την υποχρέωση που έχει ο εισαγγελέας ποινικής δίωξης να ενημερώνει το γενικό επιθεωρητή για τις περιπτώσεις που έχει ασκηθεί ποινική δίωξη εναντίον του υπαλλήλου. Είναι απαραίτητο να γίνει αυτό.

Στο άρθρο 115, επαναλαμβάνω ότι υπάρχει ένα κενό που πρέπει να το ρυθμίσουμε. Όταν χαρίζεται η ποινή, δίνεται χάρις, αίρεται το ποινικώς κολάσιμο μέσω χάριτος κατά τις διατάξεις του Συντάγματος, αυτό δεν έχει καμία επιρροή στο πειθαρχικώς κολάσιμο του υπαλλήλου; Θα έχουμε δηλαδή κάποιον που από πλευράς ποινικής του δόθηκε χάρις. Αυτό δεν έχει καμία επιρροή;

Εγώ θα σας πρότεινα στην περίπτωση αυτή να υπήρχε η εξής διατύπωση: «Υπάλληλος που τιμωρήθηκε με πειθαρχική ποινή οριστικής παύσης, σε περίπτωση αποκατάστασης, απονομής χάριτος ή άρσης με οποιοδήποτε άλλο τρόπο του κολασίμου ή μεταβολής των συνεπειών της ποινικής καταδίκης, αν επανέλθει στην υπηρεσία υποχρεούται να εκτελέσει την αμέσως κατώτερη από την επιβληθείσα πειθαρχική ποινή». Δεν εξομοιώνονται τα δύο πράγματα, αλλά τουλάχιστον λαμβάνεται υπόψη η χάρις που δόθηκε. Αλλιώς, δεν έχει νόημα η χάρις που δόθηκε, αν περιορίζεται μόνο στα ποινικά αντικείμενα.

Έρχομαι στο θέμα για το οποίο σας είχα μιλήσει και πάλι, σ’ αυτή την τομή που νομίζετε ότι κάνετε στο άρθρο 146 σχετικά με τη δημόσια συνεδρίαση του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σκεφτείτε. Λέμε ότι πρέπει να συνεδριάζει δημόσια. Για ποιο λόγο; Τι κερδίζουμε μ' αυτό; Για να μπορεί, λέει, ο καθένας να παρακολουθεί τι συμβαίνει. Μα, εκεί είναι το ζήτημα; Η δημοσιότητα εξασφαλίζει την αντικειμενικότητα του Πειθαρχικού Συμβουλίου;

Δεν αντιλαμβάνεται κανείς πώς όταν μιλάμε για δημόσια συνεδρίαση, ο οποιοσδήποτε μπορεί να πάει; Δεν αντιλαμβάνεται κανείς ότι μπορεί να δημιουργηθούν επεισόδια; Ποιος είναι εκεί-νος που θα αποκαταστήσει την τάξη; Θα πρέπει να έχει ο Πρόεδρος σε αυτές τις περιπτώσεις αστυνομική δύναμη; Στα δικαστήρια τουλάχιστον βλέπουμε ότι υπάρχει αστυνομική δύναμη όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο.

Γιατί άραγε χρειάζεται αυτή η δημόσια συνεδρίαση; Για να υπάρχει ο δημόσιος έλεγχος, μήπως το Πειθαρχικό Συμβούλιο δεν κάνει τη δουλειά του; Τέτοιες διατάξεις, το τονίζω, λειτουργούν περισσότερο επικοινωνιακά παρά ουσιαστικά. Επανέρχομαι και λέω ότι πολλά προβλήματα θα δημιουργήσουν στην πράξη.

Κύριε Υπουργέ, παρά το γεγονός πως μου είπατε ότι θα έρθει ο Κώδικας Δημοτικών Υπαλλήλων αργότερα για να προσδιορίσει ποιες από τις διατάξεις του Πειθαρχικού Δικαίου εφαρμόζονται και σ’ αυτούς, εγώ νομίζω ότι, επειδή ούτως ή άλλως σήμερα είναι οριοθετημένα τα αντικείμενα με τον πρώτο Υπαλληλικό Κώδικα και τον Κώδικα Δημοτικών Υπαλλήλων, γιατί δεν το βάζαμε από τώρα; Πρέπει να περιμένουμε πότε θα τροποποιηθεί ο Κώδικας; Αφού ξέρουμε ποιες διατάξεις τροποποιούμε. Γιατί δεν λέμε ποιες είναι, τουλάχιστον να μην επανερχόμαστε και να αφήνουμε κενά προς την κατεύθυνση αυτή;

Τέλος, δύο παρατηρήσεις. Η μία αφορά το συγκεκριμένο νομοσχέδιο και η άλλη την τροπολογία. Η πρώτη παρατήρηση είναι αυτή που αφορά τη συμμετοχή των εργαζομένων στα πειθαρχικά συμβούλια. Απαλείφθηκε εντελώς η δυνατότητα συμμετοχής.

Εγώ σας λέω και πάλι πως βεβαίως υπάρχει διαφορά μεταξύ υπηρεσιακού και πειθαρχικού. Βεβαίως σε όλα τα συμβούλια, πολύ περισσότερο στα πειθαρχικά, δεν μπορούν οι εκπρόσωποι των εργαζομένων να συμπεριφέρονται ως συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι, δηλαδή να διεκδικούν συνδικαλιστικά δικαιώματα

Πήγαμε όμως από το ένα άκρο στο άλλο. Εδώ είναι απαραίτητο -σας το λέω- υπάλληλος που εκπροσωπεί την υπηρεσία να μετέχει στα πειθαρχικά, γιατί έτσι που το κάνουμε αυτή τη στιγμή, έτσι όπως ρυθμίζουμε με τη σχετική διάταξη το όλο ζήτημα, φτάνουμε στο εξής: Το Πειθαρχικό Συμβούλιο μπορεί να έχει μέλη που δεν έχουν καν εικόνα του υπαλλήλου. Κρίνουν μόνο από το φάκελο που έχουν μπροστά τους. Πρέπει να υπάρχει ένας άνθρωπος να τους πει ποιος είναι από πλευράς προσωπικότητας. Δεν μιλάω πάντα για τα υπέρ του, αλλά ενδεχομένως και για τα κατά. Τουλάχιστον εκείνα τα επιβαρυντικά ή ελαφρυντικά στοιχεία που πρέπει να ληφθούν υπόψη από πλευράς προσωπικότητας. Ποιος θα τους τα πει;

Τι είναι το Πειθαρχικό Δίκαιο; Είναι απλά και μόνο ένα point system η, ένα αντικειμενικό σύστημα; Δεν λαμβάνεται υπόψη ο κατηγορούμενος π.χ. σε καμία περίπτωση; Πάρτε, παραδείγματος χάριν, το θέμα των εκπαιδευτικών. Ξέρετε ότι με τη διάταξη που βάζουμε τώρα, τον εκπαιδευτικό θα τον κρίνει κάποιος που δεν έχει εικόνα από την εκπαιδευτική διαδικασία μέσα στο σχολείο. Τι θα γίνει σε αυτές τις περιπτώσεις;

Φοβάμαι πολύ ότι υποκύπτουμε στο λαϊκισμό και στην επικοινωνία που εξοβέλισε τους συνδικαλιστές, φυσικά με δική τους ευθύνη. Γιατί όταν έφτασε σε τέτοιες ακρότητες, ορθώς εξανέστη η κοινωνία. Εμείς όμως εδώ υποχρεούμαστε να νομοθετούμε νηφάλια.

Αυτό το ζήτημα πρέπει να το ξαναδούμε, όχι πλέον από πλευράς συνδικαλιστικού δικαιώματος, αλλά από πλευράς ανθρώπων που μπορεί να έχουν εικόνα των πειθαρχικώς διωκομένων, όσον αφορά την προσωπικότητά τους.

Τελευταία παρατήρηση που θα την δούμε και στο ζήτημα της τροπολογίας. Κύριε Υπουργέ, θα το δούμε μέχρι το τέλος της συζήτησης, αλλά εκείνη η διάταξη της παραγράφου 18 της τροπολογίας, που δίνει τη δυνατότητα μετάταξης των αποσπασμένων, πρέπει να έχει ένα χρονικό όριο.

Βεβαίως, μας φέρατε τις διατάξεις και είδαμε ότι οι διατάξεις αυτές αφορούν πολύ λίγα πρόσωπα. Δεν είναι εκεί το ζήτημα όμως. Σας θυμίζω ότι μέχρι σήμερα, για να υπάρξει μετάταξη του αποσπασμένου υπαλλήλου, χρειάζονταν δύο χρόνια προϋπηρεσίας. Γιατί; Για να μπορεί να ξέρει η υπηρεσία, αν αυτός που είναι αποσπασμένος εκεί, ενσωματώνεται στην υπηρεσία. Τώρα θα γίνεται χωρίς κανένα χρονικό όριο; Εγώ λέω από τα δύο χρόνια, να πάμε στον έναν χρόνο.

Καταλαβαίνω ότι ζούμε σε καιρούς που τα πράγματα τρέχουν γρήγορα. Καταλαβαίνω ότι έχουμε την ανάγκη αυτή τη στιγμή στελέχωσης των δημόσιων υπηρεσιών, ύστερα από όσα συμβαίνουν γενικότερα με τις συγχωνεύσεις των υπηρεσιών, αλλά ένας μεταβατικός χρόνος για τον υπάλληλο, ώστε να μπορεί να κρίνεται σχετικά με τη προσαρμοστικότητά του και την προσαρμογή του μέσα στην υπηρεσία, πρέπει να υπάρχει. Γι’ αυτό είναι αναγκαίο να δούμε αν πρέπει να βάλουμε ότι θα πρέπει ο υπάλληλος που μετατάσσεται, να έχει τουλάχιστον ένα χρόνο παρουσίας στην υπηρεσία αυτή και να έχει κριθεί για την απόδοσή του μέσα στην ίδια αυτή υπηρεσία.

Ευχαριστώ πολύ, κύριε Πρόεδρε και για την ανοχή του χρόνου.
……………………

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Αναστάσιος Κουράκης): …. Το λόγο έχει για τη δευτερολογία του ο εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας κ. Προκόπης Παυλόπουλος.

Κύριε Παυλόπουλε, έχετε το λόγο για τέσσερα λεπτά.

ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ[3]: Ευχαριστώ πάρα πολύ, κύριε Πρόεδρε.
Δύο σημεία θα ήθελα να επισημάνω δευτερολογώντας. Πρώτα-πρώτα διευκρινιστικά σε ό,τι αφορά την τροπολογία και μετά τις αλλαγές τις οποίες επέφερε ο κύριος Υπουργός.

Στις γενικές της γραμμές γίνεται αποδεκτή, αν και το τονίζω σε ό,τι αφορά την εφαρμογή της να με θυμάστε ότι η εφαρμογή αυτή θα χρειαστεί να μετατεθεί, δεδομένου ότι όλα αυτά τα ζητήματα πρέπει να ρυθμιστούν συνολικά και να αποκατασταθεί μία τάξη που διασαλεύτηκε μέσα από μία δήθεν μεταρρύθμιση που συνέβη και που στην ουσία εξάρθρωσε στην κυριολεξία όλους τους αρμούς της Δημόσιας Διοίκησης. Μιλάω για τη μεταρρύθμιση που αφορά δήθεν το Υπαλληλικό Δίκαιο, θέματα προαγωγών κ.λπ. την εποχή της περιόδου Ραγκούση.

Το είπα και το επαναλαμβάνω ότι στην ουσία «μπαλώνουμε τρύπες», «μαζεύουμε μπάζα» και επομένως αυτές είναι ρυθμίσεις ανάγκης. Χρειάζεται μια πολύ ευρύτερη μεταρρύθμιση, η οποία βέβαια θα γίνει μετά τις εκλογές από όποια κυβέρνηση επιλέξει ο ελληνικός λαός.

Δεύτερον -κι αυτό αφορά το κυρίως νομοσχέδιο- θα ήθελα να επαναλάβω στον κύριο Υπουργό -έτσι για να μένουν αυτά τα πράγματα, γιατί θα δείτε ότι στην πορεία θα το δείξει η πράξη-ότι, πρώτον, η υπαγωγή, κατά κάποιον τρόπο, στην κρίση μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, δικαστικών λειτουργών που εκδικάζουν, τρόπος του λέγειν φυσικά, πειθαρχικές διαφορές στον πρώτο βαθμό -το εκδικάζουν» είναι κάπως αυθαίρετο, αλλά, εν πάση περιπτώσει, μετέχουν στα πρωτοβάθμια αυτά όργανα- είναι εντελώς ανακόλουθο, πέρα και έξω από τη λογική της δικαιοσύνης και πέρα και έξω από τη λογική γενικότερα που υπάρχει σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή δικαστικών οργάνων στα διοικητικά όργανα, όποτε κατ’ εξαίρεση αυτό το επιτρέπει το Σύνταγμα.

Επιμένω, επίσης, στο γεγονός ότι η δημοσιότητα της συνεδρίασης του δευτεροβάθμιου δεν πρόκειται να ωφελήσει κανέναν. Αντιθέτως, θα δημιουργήσει εντάσεις, οι οποίες -επαναλαμβάνω- θα μας οδηγήσουν το συντομότερο δυνατό να αλλάξουμε αυτήν τη διάταξη. Κι επιμένω ότι ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης απέκτησε αυτές τις εξουσίες και τις αρμοδιότητες -ήμουν Υπουργός όταν έγιναν αυτές οι αλλαγές- για να μπορέσει να λειτουργήσει αποτελεσματικότερα. Αυτά που του παίρνουμε πίσω είναι ρυθμίσεις οι οποίες, το τονίζω, θα έπρεπε να ανήκουν στο Γενικό Επιθεωρητή, ιδίως η δυνατότητα να ασκεί ενστάσεις κατά των πρωτοβάθμιων γενικότερα συλλογικών οργάνων ή και μονομελών οργάνων πειθαρχικής δίωξης, όπως επίσης και το μεγάλο ζήτημα το οποίο αφορά την προσφυγή για κάθε απόφαση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και όχι μόνο να το περιορίσουμε σε εκείνες που αφορούν την παύση ή τον υποβιβασμό.

Αυτά σε ό,τι αφορά τις γενικές γραμμές του Πειθαρχικού Δικαίου. Επαναλαμβάνω, κύριε Υπουργέ, ότι οι ρυθμίσεις αυτές στις οποίες επιμένω, είναι ρυθμίσεις οι οποίες δεν έπρεπε γενικότερα να αλλάξουν.

Θα ήθελα όμως στο ένα ή δύο λεπτά που μου απομένουν και επειδή η Βουλή είναι ένα φόρουμ το οποίο δεν μπορεί να μένει αδιάφορο σε μία επικαιρότητα η οποία δημιουργείται ιδίως για θέματα συμπεριφοράς –μιας και μιλάμε για δίκαιο, για διαφάνεια, όλα αυτά τα πράγματα- να τονίσω το εξής: Θεωρώ μείζον ζήτημα αυτό το οποίο ανέκυψε από την αποκάλυψη του συναδέλφου κ. Κουρουμπλή στην εξεταστική επιτροπή, η οποία ερευνά το θέμα της ΕΛΣΤΑΤ. Νομίζω πως θα είδατε όλοι περί τίνος πρόκειται.

Ο κ. Κουρουμπλής, όταν εξεταζόταν ο κ. Γεωργίου, έφερε μία επιστολή που είχε αποσταλεί ηλεκτρονικώς προς τον κ. Τόμσεν. Βεβαίως ο κ. Γεωργίου είπε ότι δεν τη σχολιάζει. Δεν διέψευσε ότι είναι επιστολή που την έστειλε ηλεκτρονικά. Είπε, όμως, ότι δεν τη σχολιάζει γιατί είναι προϊόν υποκλοπής. Δεν θα ερευνήσω το νομικό ζήτημα. Από τη στιγμή που ήρθε στη δημοσιότητα, από τη στιγμή που ο συνάδελφος κ. Κουρουμπλής την έφερε, από τη στιγμή που δεν διαψεύστηκε το περιεχόμενο, εγώ θεωρώ ότι υπάρχει ένα μείζον ζήτημα σε ό,τι αφορά το θέμα αυτό.

Κύριοι συνάδελφοι, αυτό που συνέβη είναι ότι μέσα στην επιστολή αυτή, που δεν διαψεύστηκε το περιεχόμενό της -και που τονίζω ότι το χρησιμοποιώ επειδή το έφερε ο συνάδελφος κ. Κουρουμπλής και αποτελεί ήδη αντικείμενο δημοσιότητας- εμφανίζεται ο κ. Γεωργίου πριν γίνει η αλλαγή του αρχικού νόμου περί ΕΛΣΤΑΤ, να έχει ζητήσει από την κυβέρνηση αλλαγή του νόμου ώστε να μπορεί να λειτουργεί ως μονοπρόσωπη πλέον αρχή. Και στέλνει στον κ. Τόμσεν επιστολή λέγοντας, περίπου «φοβάμαι πολύ ότι δεν θα την περάσει η κυβέρνηση αυτήν την τροπολογία όπως πρέπει να γίνει και επομένως πρέπει να περάσει αυτή όπως είναι»!

Σκεφτείτε, αυτά έγιναν τον Οκτώβριο του 2010. Και, ω του θαύματος, λίγους μήνες μετά έγινε η τροπολογία αυτή, με την οποία η αρχή που μας έφεραν τότε εν χορδαίς και οργάνοις εδώ ως συλλογικό όργανο -το οποίο μάλιστα πέρασε από ακρόαση της Βουλής και που το θεώρησε τότε η κυβέρνηση Παπανδρέου ως μείζονα εγγύηση- άρχισε να λειτουργεί ως μονοπρόσωπη αρχή, πράγμα που ισχύει μέχρι και σήμερα.

Αλλά δεν είναι μόνο αυτό το γεγονός. Σκεφτείτε ότι το μείζον γεγονός είναι ότι το εισηγήθηκε ο κ. Γεωργίου, το έστειλε στην Κυβέρνηση και φοβούμενος ότι δεν θα περάσει όπως το ήθελε, ζήτησε από τον κ. Τόμσεν της τρόικας να παρέμβει για να περά-σει όπως το θέλει! Είναι Πρόεδρος ανεξάρτητης αρχής που διορίστηκε από τη Βουλή.

Επιτέλους, έχει μείνει τίποτα όρθιο σε αυτόν τον τόπο; Είμαστε Κοινοβούλιο, εκπρόσωποι -όσο είμαστε ακόμη εδώ μέχρι τις εκλογές- του ελληνικού λαού. Είναι δυνατόν να μείνουμε αδιάφοροι σε κάτι τέτοιο; Βεβαίως, θα μου πείτε ότι ο κατήφορος έχει προχωρήσει πολύ. Εγώ όμως δεν πίστευα ότι έχει προχωρήσει τόσο, ιδίως από όργανα -και το τονίζω- που πέρασαν από τη Βουλή και ο διορισμός τους φέρει τη σφραγίδα της νομιμοποίησης της Εθνικής Αντιπροσωπείας. Και ανεχόμαστε να είναι μονοπρόσωπη αρχή μέσα από αυτή τη ρύθμιση, η οποία ψηφίστηκε υπό αυτούς τους όρους.

Συγγνώμη, κύριε Πρόεδρε, είναι έξω από την ημερήσια διάταξη. Συγγνώμη, κύριοι Υπουργοί, είναι έξω από το αντικείμενο που συζητάμε. Αλλά ως Βουλευτής, και όχι μόνον ως εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας, θέλω να πω ότι αισθάνομαι πραγματικά ταπεινωμένος. Δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση.

Ευχαριστώ.


[1] Σελ. 6711, http://www.hellenicparliament.gr/UserFiles/a08fc2dd-61a9-4a83-b09a-09f4c564609d/es20120306.pdf

 [2] Σελ. 6712. ό.π.

[3] Σελ. 6729, ό.π.