ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ
Αθήνα, 6/7/2010
Υποστηρίζοντας στη Βουλή, εκ μέρους της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, την ένσταση αντισυνταγματικότητας επί του σχεδίου νόμου «Νέο Ασφαλιστικό Σύστημα και συναφείς διατάξεις, ρυθμίσεις στις εργασιακές σχέσεις», ο Βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας Καθηγητής κ. Προκόπης Παυλόπουλος τόνισε, μεταξύ άλλων, και τα εξής:
«Η Νέα Δημοκρατία θέτει, κατά το άρθρο 100 του Κανονισμού της Βουλής, ζήτημα αντισυνταγματικότητας τόσο του συνόλου των συνταξιοδοτικών διατάξεων του υπό συζήτηση σχεδίου νόμου όσο και, ειδικότερα, επί μέρους διατάξεων των άρθρων 3, 4, 11, 15, 16, 27, 38, 74 και 75 αυτού. Συγκεκριμένα:
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις
Σχετικά με το Μνημόνιο και τις εκτελεστικές του διεθνείς συμφωνίες και νομοθετικές καθώς και διοικητικές πράξεις, επισημαίνονται τα ακόλουθα:
Α. Κατά το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος ούτε το Μνημόνιο και ο κυρωτικός του νόμος ούτε οι διεθνείς συμφωνίες εφαρμογής του υπερέχουν του Συντάγματος. Το Σύνταγμα, λόγω της φύσης του ως θεμελίου της έννομης τάξης, υπερισχύει, για τα κάθε είδους όργανα του Ελληνικού Κράτους, οιασδήποτε άλλης ρύθμισης.
Β. Άλλο η ευθεία προσβολή του Μνημονίου και άλλο οι πράξεις (νομοθετικές και διοικητικές) εφαρμογής του. Όλα τα τελευταία θέματα υπάγονται στη δικαιοδοσία των Ελληνικών Δικαστηρίων και κρίνονται με βάση το Σύνταγμα, τον θεμελιώδη νόμο της έννομης τάξης μας, όπως ήδη εξέθεσα.
Γ. Η παραφιλολογία αυτού του είδους ξεκινάει από την πρωτοφανή, μια μόλις μέρα μετά την κύρωση του Μνημονίου, τροπολογία η οποία, με ευθεία και ωμή παραβίαση του άρθρου 36 παρ. 2 του Συντάγματος, τολμά να προβλέπει πως διεθνείς συνθήκες ισχύουν από της υπογραφής τους και, επιπλέον, δεν χρήζουν κύρωσης από τη Βουλή!
Επί της ουσίας της αντισυναγματικότητας του σχεδίου νόμου, με βάση τόσο τη Γνωμοδότηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου όσο και την Έκθεση του Επιστημονικού Συμβουλίου της Βουλής, εκτίθενται τα εξής:
I. Τίθεται, κατά πρώτο λόγο, ζήτημα αντισυναταγματικότητας ως προς το σύνολο των συνταξιοδοτικών διατάξεων του σχεδίου νόμου. Και τούτο διότι –όπως προκύπτει από πλειάδα παρατηρήσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, όπου αποφεύγει να γνωμοδοτήσει, δεδομένου ότι πρόκειται για άσχετες με συνταξιοδοτικά θέματα διατάξεις- ρυθμίζει θέματα συντάξεων μεταξύ άλλων, άσχετων με το συνταξιοδοτικό καθεστώς, διατάξεων. Παραβιάζει έτσι ευθέως το άρθρο 73 παρ. 2 του Συντάγματος, το οποίο επιβάλλει την ειδικότητα των συνταξιοδοτικών νόμων, αφού ορίζει ρητώς: «Τα νομοσχέδια για συντάξεις πρέπει να είναι ειδικά. Δεν επιτρέπεται, με ποινή την ακυρότητα, να αναγράφονται διατάξεις για συντάξεις σε νόμους που αποσκοπούν σε ρύθμιση άλλων θεμάτων». Και ουδεμία επίπτωση έχει η πρόβλεψη του άρθρου 1 παρ. 3 του σχεδίου νόμου, που παραπέμπει σε ειδικό νόμο. Κάθε νόμος κρίνεται, από πλευράς Συντάγματος, αυτοτελώς.
II. Σειρά διατάξεων του σχεδίου νόμου κρίνονται αντισυνταγματικές, ως αόριστες οι οποίες, επομένως, χρήζουν εξειδίκευσης. Ενώ μετά την εξειδίκευσή τους –που δεν έχει γίνει ως τώρα- πρέπει να υποβληθούν εκ νέου στο Ελεγκτικό Συνέδριο για γνωμοδότηση. Και το σχέδιο νόμου συζητείται στην Ολομέλεια! Χαρακτηριστικά παραδείγματα:
Α. Οι διατάξεις του άρθρου 3 παρ. 1, κατά το μέρος που δεν ορίζονται σ’ αυτές τα κατ’ έτος ποσοστά, με βάση τα οποία υπολογίζεται η μηνιαία σύνταξη των ασφαλισμένων εκείνων, των οποίων η σύνταξη καθορίζεται σύμφωνα με τα έτη υπηρεσίας.
Β. Οι διατάξεις του άρθρου 3 παρ. 3, σύμφωνα με τις οποίες το κατώτατο όριο του αθροίσματος των ποσών βασικής και αναλογικής σύνταξης μειώνεται σε κάθε περίπτωση που ο συνταξιούχος λαμβάνει μειωμένη σύνταξη.
Γ. Οι διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 1, κατά το μέρος που δεν προσδιορίζονται ειδικότερα τα συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα και οι συντάξιμες αποδοχές ή τα οριζόμενα κατ’ έτος ποσά συντάξεων.
III. Πλειάδα διατάξεων του σχεδίου νόμου κρίνονται αντίθετες προς το άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος, αφού προβλέπουν ευρύτατο πεδίο εξουσιοδοτήσεων για την έκδοση υπουργικών αποφάσεων, ενώ η ρύθμιση των σχετικών θεμάτων μπορεί να γίνει μόνο με τυπικό νόμο ή, τουλάχιστον, με προεδρικό διάταγμα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν:
Α. Οι διατάξεις του άρθρου 3 παρ. 2 εδάφιο 4, σύμφωνα με τις οποίες ο συντελεστής ωρίμανσης προσδιορίζεται κατ’ έτος με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας.
Β. Οι διατάξεις του άρθρου 11 παρ. 3, σύμφωνα με τις οποίες η αναπροσαρμογή των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας.
Γ. Οι διατάξεις του άρθρου 16 παρ. 8, σύμφωνα με τις οποίες περιορισμοί ως προς την ετεροαπασχόληση των συνταξιούχων είναι δυνατόν να ρυθμίζονται με κοινές υπουργικές αποφάσεις.
Δ. Οι διατάξεις του άρθρου 27 παρ. 1, σύμφωνα με τις οποίες ζητήματα ένταξης του ΝΑΤ στο ΙΚΑ – ΕΤΑΜ ρυθμίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανταγωνιστικότητας και Εργασίας.
IV. Πέραν των τριών, γενικής φύσεως, αντισυνταγματικοτήτων που προαναφέρθηκαν, επιμέρους ρυθμίσεις πάσχουν αντισυνταγματικότητα. Πρόκειται, ιδίως, για τις ρυθμίσεις των άρθρων 15, 16, 27, 38, 74 και 75 του σχεδίου νόμου. Ειδικότερα:
Α. Είναι αντίθετες προς τα άρθρα 22 παρ. 5 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος, που κατοχυρώνουν το δικαίωμα στην κοινωνική ασφάλιση και το κοινωνικό κράτος δικαίου, οι διατάξεις του άρθρου 15 παρ. 5, του σχεδίου νόμου οι οποίες προβλέπουν ότι από 1.1.2011 το κράτος δεν θα καλύπτει κανένα έλλειμμα των Επικουρικών Ταμείων, Κλάδων και Επαγγελματικών Ταμείων και ότι, όποτε προκύπτει έλλειμμα, οι συντάξεις θα προσαρμόζονται, έτσι ώστε να παραμένει η ισορροπία μεταξύ των παροχών που καταβάλλονται και των εισφορών που συλλέγονται.
Β. Είναι αντίθετες προς τα άρθρα 5 και 22 του Συντάγματος –καθώς και προς τις διατάξεις το άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ- οι διατάξεις εκείνες του άρθρου 16 του σχεδίου νόμου, που προβλέπουν ολοσχερή περικοπή των συντάξεων σε περίπτωση ετεροαπασχόλησης.
Γ. Είναι αντίθετες προς τα άρθρα 88 παρ. 2, 93 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος οι διατάξεις του άρθρου 27, δεδομένου ότι δεν είναι νοητό, κατά το Σύνταγμα, να υπάγονται –με τη λογική του ισχύοντος Συντάγματος- σε ενιαίο ασφαλιστικό φορέα υπάλληλοι με σχέση δημόσιου και ιδιωτικού δικαίου.
Δ. Είναι αντίθετες προς το Σύνταγμα οι διατάξεις του άρθρου 38 του σχεδίου νόμου περί ΕΑΣ (Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχων), στο μέτρο που ορίζουν ότι η εισφορά αυτή, μετά το 2015, αποτελεί έσοδο του ΑΚΑΓΕ (Ασφαλιστικού Κεφαλαίου Αλληλεγγύης Γενεών) του άρθρου 149 του ν. 3655/2008. Και τούτο διότι, κατά το Σύνταγμα, ο περιορισμός του συνταξιοδοτικού δικαιώματος των συνταξιούχων του Δημοσίου πρέπει να υπηρετεί μόνο λόγους δημόσιου συμφέροντος, ενώ ο ΑΚΑΓΕ έχει και θεσμοθετημένους πόρους που δεν αφορούν το δημόσιο συμφέρον.
Ε. Είναι αντίθετες προς το άρθρο 22 του Συντάγματος, που κατοχυρώνουν το δικαίωμα στην εργασία, οι διατάξεις:
1. Του άρθρου 74 του σχεδίου νόμου, δεδομένου ότι δεν διευκρινίζεται ο τρόπος συγκρότησης των δύο χωριστών σωμάτων μεσολαβητών διαιτητών, αν δεν επιτευχθεί ομόφωνη γνώμη των προέδρων της ΓΣΕΕ, του ΣΕΒ, της ΓΣΕΒΕ και της ΕΣΕΕ.
2. Του άρθρου 75 παρ. 2 του σχεδίου νόμου, δεδομένου ότι, σύμφωνα με αυτές, αν οι εργοδότες προειδοποιούν νομίμως τον μισθωτό για την απόλυσή του, εμμέσως προκύπτει και μείωση της καταβλητέας αποζημίωσης.
3. Του άρθρου 75 παρ. 8 του σχεδίου νόμου, δεδομένου ότι, σύμφωνα με αυτές καθιερώνεται χρονικό διάστημα κατά το οποίο η αμοιβή των νεοεισερχόμενων στην αγορά εργαζομένων επιτρέπεται να είναι χαμηλότερη της νόμιμης.
Υπό τα δεδομένα αυτά είναι προφανές ότι η Κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου, αιχμάλωτη του Μνημονίου και των συνεπειών του, κατεδαφίζει, με τρόπο καταφώρως αντισυνταγματικό, το κοινωνικό κράτος δικαίου που τόσα χρόνια οικοδόμησαν όλες οι Κυβερνήσεις μετά την Μεταπολίτευση».
< Prev | Next > |
---|